διᾴττοντες

διᾴττοντες
διαίσσω
rush
pres part act masc nom/voc pl (attic)
διαίσσω
rush
pres part act masc nom/voc pl (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • διάττοντες — οι φωτεινά μετέωρα που εμφανίζονται ξαφνικά στη γήινη ατμόσφαιρα και εξαφανίζονται αφού διασχίσουν γρήγορα τον ουρανό, πεφτάστερα, πεφτάστρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διάττοντες — διαίσσω rush pres part act masc nom/voc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διάττοντες αστέρες — (Αστρον.). Μετέωρα που διασχίζουν τη γήινη ατμόσφαιρα και ακτινοβολούν. Τα μετέωρα περιφέρονται γύρω από τον Ήλιο, όπως οι πλανήτες. Οι διαστάσεις τους κυμαίνονται μεταξύ λίγων μικρών και λίγων μέτρων. Αν κατά την κίνησή του γύρω από τον Ήλιο ένα …   Dictionary of Greek

  • διάττω — διᾴττω (Α) [αΐσω] διαΐσσω, εκτινάσσομαι, αναπηδώ || αστρον. (και νεοελλ.) «διάττοντες αστέρες» ή ως ουσ. «διάττοντες» (AM διάττοντες) βλ. μετεωρίτες …   Dictionary of Greek

  • Ανδρομέδα — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του βασιλιά των Κηφήνων (ή Αιθιόπων) Κηφέα και της Κασσιόπης. Σύμφωνα με χρησμό του μαντείου του Άμμωνα, την εγκατέλειψαν σε έναν βράχο της ακτής, για να την καταβροχθίσει θαλάσσιο τέρας που είχε στείλει ο Ποσειδώνας ο… …   Dictionary of Greek

  • Περσείδες — (Αστρον.). Σμήνος μετεωριτών του οποίου το ακτινοβόλο σημείο βρίσκεται στον αστερισμό του Περσέα. Οι τροχιές τους σχηματίζουν μια δέσμη με διάμετρο 10 εκ. χλμ. Η Γη περνά από τη δέσμη αυτή επί ένα μήνα και περισσότερο. * * * οι, Ν αστρον. ομάδα… …   Dictionary of Greek

  • Υδροχοΐδες — (Αστρον.). Διάττοντες αστέρες που χωρίζονται σε δύο σμήνη. Το ακτινοβόλο σημείο τους βρίσκεται στον αστερισμό του Yδροχόου, από τον οποίο πήραν την ονομασία τους. Το ένα σμήνος παρουσιάζει βροχή μετεώρων στις αρχές Μαΐου και το άλλο στα τέλη… …   Dictionary of Greek

  • αερομαντεία — Είδος μαντικής που στηρίζεται σε παρατηρήσεις των όσων συμβαίνουν στον εναέριο χώρο. Τη χρησιμοποιούσαν όλοι σχεδόν οι λαοί από την αρχαιότητα έως τον Μεσαίωνα. Υλικό του είδους της μαντικής αυτής ερμηνείας αποτελούσαν διάφορα φυσικά φαινόμενα:… …   Dictionary of Greek

  • διαΐσσω — διαΐσσω, αττ. διᾴσσω και διᾴττω (Α) [αΐσσω] ορμώ, τινάσσομαι νεοελλ. (συνήθ. τύπος η μτχ.) διάττων* ή διάττοντες (ενν. αστέρας ή αστέρες) …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”